Τετάρτη 29 Ιουνίου 2016

Το χειροφίλημα

90χρονη γιαγιά, με την καμπουρίτσα της, δεν βλέπει πολύ καλά, δεν ακούει σχεδόν καθόλου, Mανιάτισσα, ισχυρογνώμων, επίμονη και ξεροκέφαλη βγαίνει μες την ντάλα του μεσημεριού να πάει να ψωνίσει φαγητό για τον σκύλο της (κουφός, τυfλός, με ακράτεια). Ανεβαίνει τον ήσυχο δρόμο κατευθυνόμενη προς τον κεντρικό. Ένα σκούρο αυτοκίνητο (δεν θυμόταν το χρώμα ακριβώς) στρίβει. Σταματάει δίπλα της.
-Πού πας βρε γιαγιά; Σε ψάχνουμε. Από τη ΔΕΗ είμαστε, έχει διαρροή το ρολόι σου. Πάμε σπίτι σου να το φτιάξουμε.
- Ααααα ο Θεός σας έστειλε παιδιά μου. Ξέρετε πριν δυο μήνες δεν είχα ρεύμα.

Ο συνοδηγός ανοίγει την πόρτα του αυτοκινήτου και πηδάει στο πίσω κάθισμα.
- Έλα μπες.

Φτάνουνε σπίτι, παρκάρουνε και βγαίνουνε.
- Μπα, πολύ ωραίοι είστε εσείς καλέ!
Οι δύο άντρες είναι κουστουμαρισμένοι και πολύ περιποιημένοι. Μιλάνε ελληνικά. Ο ένας είναι γύρω στα 50, έχει γκριζάρει, σταρένιο δέρμα, στενά χαρακτηριστικά. Ο άλλος πιο νέος, δεν τον πρόσεξε ιδιαίτερα. 

Οι Mανιάτες έχουν ένα θέμα με τη φιλοξενία, δεν είναι δυνατόν να πας σπίτι τους και να μην σου προσφέρουν κάτι, έστω ένα ποτήρι νερό. Φιλόξενη και η γιαγιά, λοιπόν, ανοίγει διάπλατα πόρτες, παράθυρα τους καλωσορίζει, τους βάζει μέσα, τους δείχνει και τα κατατόπια, κερνάει και πορτοκαλάδα δροσερή - δροσερή γιατί έχει ζέστη και οι άνθρωποι δουλεύουν μες τον ήλιο και περιμένει να φτιάξουν τη βλάβη. 
Το σπίτι της γιαγιάς είναι παλιό, γεμάτο πράγματα που η γιαγιά έχει μαζέψει από εδώ και από κει. Παντού υπάρχουν διάφορα μπιμπελό, πολλά από αυτά σπασμένα, κατεστραμμένα. Ούτε τηλεόραση δεν έχει. Μόνο ένα ραδιάκι, τουλάχιστον 25 ετών, που κρατάει συντροφιά στη γιαγιά, να ακούει την λειτουργία, άμα δεν μπορεί να πάει στην εκκλησία. 
Οι "τεχνικοί" τσεκάρουν γύρω-γύρω.
- Γιαγιά, μόνο αυτό είναι το σπίτι;
- Όχι παιδάκι μου, έχει και από 'κει δυο καμαράκια. Έλα να σου ανοίξω.

Τους ανοίγει και τα άλλα δύο μικρά δωματιάκια, από αυτά ξεκίνησε το σπίτι με τον άντρα της πριν 55 χρόνια. Παλιά, χτισμένα με τσιμεντόλιθους, οι τοίχοι είναι στραβοί, το ταβάνι έχει υγρασία. Κρεβάτια και μια παλιά βιβλιοθήκη είναι τα μοναδικά έπιπλα του χώρου. Πάνω στη βιβλιοθήκη μια παλιά, σπασμένη κορνίζα τραβάει το βλέμμα. Η γιαγιά νέα, μες το νυφικό της, καμαρώνει δίπλα στον άντρα της, τον έχασε νέο, έχει ξεθωριάσει αυτή η ανάμνηση στο μυαλό της, σαν τη φωτογραφία στην κορνίζα. Πάνω στα κρεβάτια, που κοιμόνταν τα εγγόνια της όταν ήταν μικρά, υπάρχουν τα παιχνίδια των δισέγγονών της, για να παίζουν όταν έρχονται. Και η γιαγιά, όταν νιώθει μοναξιά, πηγαίνει εκεί, χαϊδεύει τα παιχνίδια, τα τακτοποιεί και φορτώνεται όλες τις αναμνήσεις που κρύβουν τα δύο καμαράκια...  

- Λοιπόν γιαγιά άκου τώρα να μην πάθουμε ζημιά και μας φωνάζεις μετά. Ότι χρυσαφικά έχεις και λεφτά, φερ'τα έξω γιατί θα ηλεκτριστούν, θα καούν και θα σου χαλάσουν.
Και τότε η γιαγιά καταλαβαίνει, ότι κάτι δεν πάει καλά, ότι δεν τους έστειλε ο Θεός, ότι δεν είναι τεχνικοί, ότι δεν προκειται να φτιάξουν τίποτα... 

- Αχ παιδάκι μου, 90 χρονών είμαι, ότι είχα τα έδωσα τι να τα κάνω στα στερνά μου; Και λεφτά, να 20€ έχω να πάω να πάρω φαγητό, δεν παίρνω σύνταξη, ότι μου δίνει η κόρη μου, κι αυτή δεν έχει, μην νομίζεις. Το μόνο χρυσό που έχω είναι η βέρα του άντρα μου, που την φοράω γιατί έχει σφηνώσει και δεν βγαίνει. Αλλιώς θα την είχα δώσει και αυτή. Δεν είναι βέβαια εντελώς χρυσή. Πού λεφτά παιδάκι μου εκείνα τα χρόνια. Ξέρεις τι έχω περάσει εγώ; Πόλεμο και κατοχή.Εκεί στο χωρίο τρώγαμε τα χαρούπια και τα λούπινα που είχαμε για τα γουρούνια. Ξέρεις τι είναι τα λούπινα; Απαπαπα ξερά, άνοστα, αλλά τι να κάνεις; Μέχρι και φυλακή με βάλανε οι παλιοιταλοί. Είχα αδερφό εγώ ήρωα, τον ένδοξο Κ.Σ. που τον θαύμαζε όλη η Μάνη παιδί μου και με πιάσανε οι Ιταλοί, για να μαρτυρήσω που είναι, αλλά εγώ τους έλεγα ψέματα και τον έψαχναν και δεν τον έβρισκαν και τελικά με άφησαν μετά από ένα μήνα. Και...
- Καλά καλά γιαγιά εντάξει την φτιάξαμε την βλάβη, φεύγουμε.

Οι δύο άντρες κοιτάζονται "Ασ'το τίποτα δεν έχει, πάμε"
- Να 'στε καλά παιδιά μου, να πάρετε τα χρόνια μου, την υγεία μου, την καλή μου καρδιά, την τύχη μου, την αξιοσύνη μου, χήρεψα παιδάκι μου με δυο μικρά παιδιά, όλα μόνη μου τα έφτιαξα εδώ με την προκοπή μου και την επιμονή μου. Σαν κι εμένα γιοί μου, μόνο καλά να κάνετε στη ζωή σας και να βοηθάτε τον κόσμο, όπως βοηθήσατε και εμένα σήμερα. Αχ εμένα ο Θεός δεν με αξίωσε να κάνω έναν γιο και πολύ ήθελα αλλά έχω έναν δισέγγονο κούκλο, καθίστε να σας φέρω φωτογραφίες να σας δείξω. 

- Όχι γιαγιά έχουμε να πάμε και αλλού.
- Ε καλά να σας βγάλω έξω παιδιά μου, ελάτε. Να πάτε στο καλό, να είστε καλοί άνθρωποι και να βοηθάτε τους φτωχούς σαν κι εμένα...

Ο ένας από τους δύο σκύβει και της φιλάει το χέρι.
- Καλημέρα γιαγιά και 'συ να είσαι καλά και να περάσεις τα 100...


Μαρίνα Γιάννου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου