Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

Μαγικός τρόπος



Μια κουραστική μέρα κι η σημερινή. Κι όμως...Μ' ένα μαγικό τρόπο τα ξεχνάω όλα, όταν μιλάω μπροστά σε εντεκάχρονα παιδιά για δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες κι ο Β. να βουρκώνει σαν να μου λέει ''Εγώ θα το αλλάξω αυτό!'', ο Δ. να με κλείνει σε μια γιγάντια αγκαλιά κι η Α. να με κοιτάζει με απορία, γιατί ένιωσε να ψηλώνει απότομα. Σαν αμυγδαλιά. Κι ύστερα ν' ανοίγω τον υπολογιστή και να πέφτω πάνω στη φράση ''Εδώ και δεκαεπτά χρόνια μεγάλωνα μαζί σας! '' από ένα κορίτσι που είχα μαθήτρια παλιά. Είχα μπει τότε στην τάξη της και την είχα δει να αγωνίζεται , να προσπαθεί και να μη διαμαρτύρεται. Και σαν να είχα γίνει τότε, πάλι η μαθήτρια ξαφνικά. Με τη μπλε ποδιά και τα λευκά σοσόνια.Έφτιαξα ένα ζεστό τσάι, να πάρει κι άλλη γεύση μελιού το απόγευμα, μέτρησα τα χρόνια, μα οι συγκινήσεις πολλές. Αμέτρητες. Κι αυτό το χρωστάω στα παιδιά. Στη ζεστασιά τους, τη φρεσκάδα τους και στην ευλογία που κρύβει η κάθε μέρα για μας. Για μας που μπαίνουμε στις τάξεις ως δάσκαλοι , μεγαλώνουμε μαζί τους, αγωνιούμε κι ύστερα βγαίνουμε από κει μέσα ως ελεύθερα μικρά παιδιά. Έτοιμα να κουβαλήσουν στις πλάτες τους τον κόσμο, να πετάξουν χαρταετούς και να μοιραστούν αθωότητα στις αλάνες της καρδιάς.



Γιώτα Καραγιάννη

Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου 2017

Κάτι για την Αιώνια Πόλη


Ευκαιρία για ταξιδάκι μπορεί να είναι και το μάθημα που πρέπει να κάνεις στην πέμπτη τάξη και να μιλήσεις για την καθημερινή ζωή στην αρχαία Ρώμη. Ψάχνεις και η μια πληροφορία φέρνει την άλλη. Ξεκινάμε;
Ο Μάρκος Τερέντιος Βάρων ήταν πραίτορας και υποστηρικτής του Πομπηίου. Ο Ιούλιος Καίσαρας όχι μόνο τον συγχώρεσε που ήταν εχθρός του, αλλά τον διόρισε διευθυντή της δημόσιας βιβλιοθήκης της Ρώμης. Όλοι οι ακόλουθοι βέβαια έπεσαν να τον φάνε.
- Άρχοντά μου, δεν κάνουμε έτσι δουλειά. Πώς θα διοικήσουμε σωστά για το μεγαλείο της Ρώμης, αν δε διορίσουμε τα «δικά μας παιδιά»;
Και του έκλειναν συνωμοτικά το μάτι. Όλοι. Ακόμη και ο Μάρκος Ιούνιος Βρούτος. Μάλιστα ο Καίσαρας κοίταξε με νόημα τον Βρούτο, ήταν έτοιμος να του πει «Κι εσύ τέκνον;» και μάλιστα στα ελληνικά, αλλά δε μίλησε. Ακόμη κι όταν ο Βρούτος τον ρώτησε «ήθελες να μου πεις κάτι αφεντικό;» εκείνος απέφυγε να πει την ιστορική φράση.
- Άσε μια άλλη φορά, είπε ο Καίσαρας, δε θα χαθούμε.
Ο Μάρκος Τερέντιος Βάρων λοιπόν στη βιβλιοθήκη που διορίστηκε το έριξε στο διάβασμα. Έγινε και μεγάλος συγγραφέας. Έγραψε λοιπόν πως η Ρωμη ιδρύθηκε στον Παλατίνο Λόφο δεκαέξι γενιές μετά τον Τρωικό Πόλεμο., περίπου στο 754-753 π.Χ.
Επίσης, σύμφωνα με την παράδοση σε αυτό το λόφο οι δίδυμοι Ρωμύλος και Ρέμος βρέθηκαν στο Σπήλαιο Lupercal από την λύκαινα μητέρα που τους ανέθρεψε.
Μη φανταστείτε μεγαλεία και αψίδες και Κολοσσαία, αυτοκράτορες και ύπατους και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Ένα βουρκοχώρι ήταν πάνω σε ένα λόφο με κορυφή σχήματος ρόμβου και η πόλη λεγόταν «τετράγωνη Ρώμη», γιατί ποιος να την πει «ρομβοειδή Ρώμη» χωρίς να στραμπουλήξει τη γλώσσα.
Τέλος, ο λόφος πήρε το όνομα από τη θεότητα Pales που προστάτευε τα κοπάδια και τους βοσκούς.
Α και κάτι ακόμα, ο Παλατίνος είναι ο κεντρικός των επτά λόφων της αιώνιας πόλης και θεωρείται η κατοικία των αυτοκρατόρων.
Γιώργος Γιώτης, 23/9/2017

Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 2017

Να πω σε κάποιον πώς νιώθω...


Χρειάζομαι μια ωραία μελωδία,
έναν απλό στίχο
απλά κάτι να ακούω
για να μην καταλαβαίνω πως
παραμένω ανυποψίαστος
πόσο πιο μαύρα θα γίνουν όλα...
για να μην καταφέρω ποτέ
να πω σε κάποιον
πώς νιώθω...

Γιώργος Γιώτης (17/9/2017)

Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 2017

Αναμνήσεις...

Όταν ήμουν μικρή φανταζομουν τον ανθρώπινο εγκέφαλο σαν βιβλιοθήκη γεμάτη κουτάκια. Σε κάθε κουτάκι υπάρχουν αρχειοθετημενες οι αναμνήσεις. Υπάρχει, λόγου χάρη, κουτάκι με ετικέτα "σχολείο", άλλο με ετικέτα "διακοπές" ή "φίλοι" ή "ευτυχισμένες στιγμές". Όταν μια ανάμνηση μας έρχεται στο νου, σημαίνει ότι έχει ανοίξει το αντίστοιχο κουτάκι και η ανάμνηση τρέχει ξέφρενα στη βιβλιοθήκη, μέχρι να κουραστεί και να ξαναμπεί μέσα.

Από μικρή μου άρεσε να κάθομαι, στο κρεβάτι μου κυρίως, και να σκαλίζω τη βιβλιοθήκη του μυαλού μου. Να ανακατεύω τα κουτιά των αναμνήσεων και να ζω ξανά και ξανά στιγμές που με σημάδεψαν. Ακόμα μου αρέσει να ξυπνάω τις αναμνήσεις μου, δεν το κάνω συχνά όμως, γιατί δεν έχω κενό χρόνο να σπαταλήσω...
Ούτε σήμερα είχα. Ήμουν απορροφημένη στις σκέψεις μου, τι να φορέσω στον αγιασμό, πότε θα φτιάξω τη σπανακόπιτα, τι ώρα έχει η Διώνη μπαλέτο, όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Η αναγνώριση κλήσεων έκανε την καρδιά μου να χτυπήσει κ αυτή μαζί. Στη βιβλιοθήκη των αναμνήσεων επικράτησε χάος. Κουτιά και κουτακια ανοιγοκλειναν σαν τρελά, τα περισσότερα από αυτά καταχωνιασμενα στην γωνία των αγαπημένων στιγμών. Παντού αναμνήσεις, δεκάδες, εκατοντάδες πες καλυτερα, αδιαχώρητο...
Υπάρχουν άνθρωποι που είναι απλά περαστικοί, υπάρχουν και αυτοί οι άλλοι όμως που φεύγοντας παιρνούν ένα κομμάτι σου, ένα τόσο δα μικρακι κομματάκι, ένα απειροελάχιστο εσύ. Και όσο μακριά και αν πηγαίνουν, όσος χρόνος κι αν περάσει, όταν η μοιρα, η τύχη ή η επιθυμία τους φέρει πάλι κοντά είναι σαν να μην έχει περάσει ούτε ενα λεπτό από την τελευταία φορά που πίνατε ρακόμελα κάπου στο Θησείο, που στήνατε σκηνή στη Σίφνο, που γυρνάγατε ξημερώματα από μια μπουάτ, που βρισκοσασταν μια νύχτα στο Παγκράτι... 

Μαρίνα Γιάννου

Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2017

Το νανόσπιτο



  Κατεβαίνοντας απο το σπίτι μου προς τη θάλασσα, λίγα μέτρα παρακάτω, στο αριστερό σου χέρι, συναντάς το νανόσπιτο της κυρίας Χαρούλας.
  Η μικρή λευκή πορτούλα βρίσκεται κάτω από μια αψίδα αναρριχητικών φυτών, μπουκαμβίλιες, γιασεμιά και κισσοί μπλεγμένοι σε περίπλοκους σχηματισμούς σε καλοδέχονται με τα αρώματα και τα χρώματά τους. Δεξιά και αριστερά ο φράχτης έχει γύρει απο το βάρος των φυτών, τα οποία στηρίζονται πάνω του. Ένα πελώριο πεύκο διακρίνεται από μακριά καθώς και τα λογής λογής λουλούδια που έχουν τυλιχτεί πάνω του. Για να μπεις πρέπει να βάλεις το χέρι σου από τη μέσα μεριά της πόρτας και να μετακινήσεις τον σύρτη που κρατάει σφαλισμένο αυτόν το μικρό παράδεισο που με τόση αγάπη η ιδιοκτήτριά του έχει δημιουργήσει...
  Ένα μικρό κατάλευκο από τον ασβέστη μονοπατάκι σε καλοδέχεται για να σε οδηγήσει βαθύτερα στον κήπο. Το φως του ήλιου είναι λιγοστό, καθώς η πλούσια βλάστηση δεν αφήνει πολλά περιθώρια στις παιχνιδιάρικες αχτίνες να ξεγλιστρίσουν εδώ κάτω. Κοιτώντας τα παρτέρια, μπορείς να πεις οτι κοιτάς την παλέτα ζωγράφου. Είναι εντυπωσιακό πόσο μεγάλη γκάμα αποχρώσεων καλύπτουν τα άνθη των λουλουδιών. Οι μυρωδιές τους, μπλεγμένες με αυτές του ξυλόφουρνου, σε ζαλίζουν, σε μεθούν. Στα δεξιά είναι το μικρό κοτέτσι με τις όμορφες καμαρωτές πουλάδες, που με τόση περηφάνεια η κυρία Χαρούλα επιδεικνύει σε όποιον την επισκέπτεται. Πέρυσι είχε δέκα κότες, όμως κάποια πεινασμένα σκυλιά μπήκαν και τις έφαγαν. Κατάφερε φέτος να πάρει μόνο έξι και πολύ στεναχωρημένη είναι που δεν μπορεί να δίνει φρέσκα αβγά όχι μόνο για τα παιδάκια της γειτονιάς αλλά και για τους μεγάλους. Γάτες, μικρές και μεγάλες, σουλατσάρουν ή κοιμούνται σε κάθε γωνιά του κήπου Στο τέλος του μονοπατιού είναι το μικρό σπιτάκι, το νανόσπιτο. Ετσι το έλεγα απο μικρή και στο μυαλό μου είχα την κυρία Χαρούλα σαν την Χιονάτη και κάθε φορά που πήγαινα έψαχνα τριγύρω μπας και ξετρυπώσω κανέναν νάνο.
  Το νανόσπιτο, λοιπόν, είναι μικρό, φτωχικό, η σκεπή μπάζει νερά, οι τοίχοι είναι γεμάτοι υγρασία, τα παράθυρα καλύπτονται απο μουσαμάδες και σε πολλά σημεία είναι καρφωμένα κομμάτια από ξύλα που κάποιοι άλλοι πέταξαν. Μια μικρή ξυλόσομπα στην μέση του δωματίου είναι η μόνη πηγή θέρμανσης. Στο βάθος φαίνεται η κουζίνα, ένα πετρογκάζ, ένα παμπάλαιο ψυγείο και κάτι λίγα κατσαρολικά είναι τα μόνα αντικείμενα...

Η κυρία Χαρούλα είναι μια φτωχή γυναίκα, μία πραγματικά πάρα πολύ φτωχή γυναίκα. Ζει με την μικρή σύνταξη που της άφησε ο άντρας της, ο οποίος πέθανε πολύ παλιά, τόσο παλιά που ούτε καν τον θυμάμαι. Ποτίζει και κήπους στη γειτονιά για να βοηθάει όσο μπορεί την κόρη της και τα τέσσερα εγγονάκια της. Η κυρία Χαρούλα όμως είναι πιο πλούσια από όλους μαζί τους πλούσιους ολάκερης της Γης. Η κυρία Χαρούλα είναι ένας άνθρωπος γεμάτος καλοσύνη και αγάπη για κάθε τι ζωντανό αυτής της πλάσης. Κάθε πρωί παίρνει το καροτσάκι της και ανεβαίνει τον δρόμο για τα ψώνια της μέρας. Στο ένα χέρι κρατάει μια σακούλα ξηρά τροφή και σε κάθε γωνία βάζει φαγητό για τις γατούλες της γειτονιάς. Στο άλλο χέρι κρατάει σακουλάκια με αβγά, ένα για κάθε παιδάκι της γειτονιάς και τα κρεμάει στις πόρτες τους. Έτσι κάθε μέρα τρώμε φρέσκα σπιτικά αβγουλάκια. Αφού τελειώσει τα ψώνια της, γυρνάει σπίτι και ασχολείται με τα λουλούδια της. Έχει αυτό το χάρισμα, που λίγοι άνθρωποι κατέχουν. Ότι φυτέψει, ακόμα και ξερό να είναι, ριζώνει, θεριεύει, ανθίζει. "Χρυσά είναι τα χεράκια σου" της έλεγα όταν μάζεψα τους πρώτες ζουμερούς, πεντανόστιμους καρπούς από τις ντοματιές που μου φύτεψε. "Μαρίνα μου, τα αγαπάω πολύ" μου έλεγε και τα μάτια της έλαμπαν.
  Στα πόδια της τρίβονται ακόμα και οι πιο άγριες γάτες της γειτονιάς, μάλλον από ευγνωμοσύνη για την αγάπη της. Δεν είναι μόνο που τις ταΐζει δυο φορές τη μέρα, τους μιλάει, τις αφήνει να ξαπλώσουν στα πεζούλια της αυλής της, τις φροντίζει και οι γάτες σαν να νιώθουν όλη αυτή την αγάπη και την ευχαριστούν με τον δικό τους τρόπο.
  Η κυρία Χαρούλα δεν είναι σχεδόν ποτέ μόνη. Πάντα θα βρεις κάποιον να κάθεται στο μικρό στρογγυλό τραπεζάκι της αυλής της. Όλοι την αγαπούν, όλοι θέλουν να την βοηθήσουν και κυρίως όλοι αυτοί που η ίδια έχει βοηθήσει παλιότερα. Δεν έκλεισε ποτέ την πόρτα της σε κανέναν, δεν κοίταξε θρησκεία, καταγωγή, χρώμα. Όλοι ήταν καλοδεχούμενοι στο μικρό της νανόσπιτο. Πάντα υπήρχε ένα πιάτο φαγητό και μια καλή κουβέντα για κάθε λογής κατατρεγμένο. "'Ανθρωποι είναι όλοι και εγω ανθρώπους πεινασμένους στη γειτονιά μου δεν θέλω" ήταν η απάντηση της σε κάποιον γείτονα που της έκανε παρατήρηση...

  Την κυρία Χαρούλα την ξέρω όλη μου την ζωή, την αγαπώ σαν δικό μου άνθρωπο και όσο μεγαλώνω την θαυμάζω και περισσότερο. Θαυμάζω την ομορφιά της ψυχής της, τη χρυσή της καρδιά, τα αποθέματα αγάπης που έχει. Θαυμάζω το ότι δεν παραπονιέται ποτέ για όλα αυτά που δεν έχει αλλά είναι ευτυχισμένη για όλα αυτά που έχει. Και κάθε λεπτό που περνάω κοντά της με κάνει πιο καλό, πιο όμορφο άνθρωπο...

Μαρίνα Γιάννου