Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016

Ο χιονάνθρωπος



Κάθε χρόνο η ίδια ιστορία. Σκάλα που μ' ανεβάζει στο πατάρι , κούτες στα χέρια , το φωτιστικό στο χολ που πηγαινοέρχεται απ' την πίεση ή απ' τη χαρά του δεν ξέρω και στολίδια που ξεμουδιάζουν μέσα στο σαλόνι , έτοιμα να πάρουν τη θέση τους. Το πρόγραμμα λέει να 'χω τελειώσει πριν το μεσημέρι, η μέση μου διαμαρτύρεται έντονα - καμιά φορά το σώμα δεν ακολουθεί αυτά που θες να κάνεις - και κάπως έτσι αρχίζουν τα Χριστούγεννα να παίρνουν σχήμα σπιτίσιο με τα λευκά δεντράκια από κερί σε ξεχωριστή θέα. Ο μικρούλης αρκούδος μέσα στο ξύλινο στεφάνι του εύχεται χρόνια πολλά κάθε χρόνο τέτοιες μέρες κι ας έχει χάσει λίγα φύλλα απ' το γκι που τον συνοδεύει.
Οι κούτες περιμένουν σαν ανοιχτά στόματα, αδειάζουν με ρυθμό, ένα διάλειμμα μόνο να μιλήσω στο τηλέφωνο κι η διάθεσή μου ανάβει λαμπιόνια μέσα στη μουντάδα της μέρας. Ένα καφέ ξύλινο κουτί στέκεται ακόμα σιωπηλό και περιμένει. Το ανοίγω. Ο χιονάνθρωπος είναι εκεί αμίλητος ανάμεσα στα πράσινα ελατάκια. Το χιόνι κι αυτό στη θέση του. Στριφογυρίζω το κλειδί στο κάτω μέρος κι αμέσως αρχίζει να παίζει μουσική σαν παλιά λατέρνα. Βοηθάω λίγο το χιονάνθρωπο με το χέρι. Γυρνάει μόνο με βοήθεια. Κι αυτός. Αντέχει όμως ακόμα κι ας έχουν περάσει δέκα χρόνια. Λίγο σκεφτικός, πιο κουρασμένος και πιο αγχωμένος. Με μια στροφή όμως του κλειδιού ζωηρεύει. Σαν τους ανθρώπους σκέφτηκα. Κι αν αντέχει ακόμα να παίζει μουσική , να χαιδεύει ψυχές και να στριφογυρίζει για να δίνει χαρά , τότε μπορούμε κι εμείς, είπα μέσα μου και βγήκα απ' το δωμάτιο. Για να τον αφήσω ήσυχο να μοιράζει απλόχερα την ιστορία του και την αγάπη.
Με νότες.




Γιώτα Καραγιάννη 

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Η "γιορτή" μας ξεκινάει


Χειροκροτήματα.
Η «γιορτή» μας ξεκινάει.
Άγχος αν όλα πάνε καλά κι ενθουσιασμός να τον μοιραζόμαστε όλοι στην αίθουσα: παιδιά, γονείς και δάσκαλοι. 
Μοιάζουν όλα τόσο μακρινά, έχουν περάσει άλλωστε πολλά χρόνια από τότε. Βλέπω τα παιδιά να ανεβοκατεβαίνουν στη σκηνή, να διαβάζουν το χρονικό, να λένε τα ποιήματά τους. 
Σκέφτομαι πως οι καιροί αλλάζουν, μετρώ πόσες γιορτές, πόσα λόγια και η κληρονομιά του Πολυτεχνείου πόσο έχει αμφισβητηθεί. Η φωνή του φοιτητή να συμπληρώνει τα κενά ανάμεσα στα ποιήματα και τις σκέψεις μου «Αδέλφια μας στρατιώτες». Το σύμβολο που θα έπρεπε να ενώνει μεταμορφώνεται μπροστά μου σε μνήμη που διχάζει. Μέσα στα αυτιά μου κάποιοι παίζουν με τις λέξεις.
«Τι να την κάνεις την ελευθερία χωρίς ψωμί και πόσο μπορεί να σταθεί μια δημοκρατία χωρίς ουσιαστική παιδεία;»
Κι έπειτα τα παιδιά που τραγουδούσαν:
«Λαχτάρησα μια χώρα,
γυρεύω ένα νησί,
που οι άνθρωποι να λένε,
ό,τι μου λες κι εσύ»
Με τις φωνές των παιδιών γυρνώ πίσω σε εκείνη τη νύχτα.
Εφτά χρονών και παραξενευόμουν που ο πατέρας μου έκλαιγε, με το ραδιόφωνο μετά βίας ν’ ακούγεται και όχι, δεν ακούγονταν οι συνηθισμένες εκπομπές με δημοτικά κι εμβατήρια ή μεταδόσεις ποδοσφαίρου, αλλά φωνές και σφαίρες να έρχονται απ’ το πουθενά και να σημαδεύουν τους πάντες.
Έκλαιγα κι εγώ χωρίς να μπορώ να βρω γιατί και μ’ έβαλαν με το ζόρι για ύπνο.
Εκείνη τη νύχτα.
Φοβόμουν ότι το κακό θα έρθει και θα τρυπώσει μες στο σπίτι μου.
Χειροκροτήματα.
Μοιάζουν όλα τόσο μακρινά, έχουν περάσει άλλωστε πολλά χρόνια από τότε.


Γ.Γ. (17/11/2016)

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2016

Imagine




Θέλουμε ειρήνη. Την κανονική. Όχι αυτή με το σκισμένο φόρεμα που εμείς απλά κρατάμε την άκρη του. Βαρέθηκα να βλέπω ταλαίπωρα περιστέρια ν' αφήνονται στον ουρανό κι ύστερα να σκίζουν το χώμα οι ριπές. Θέλουμε ηρεμία, γαλήνη και δουλειές. Αγρίεψε πολύ ο κόσμος μας και δεν αντέχεται πια. Μυρίζουμε τη σκόνη του πολέμου και κλείνουμε τ' αυτιά μας στο διαπεραστικό ήχο των σειρήνων. Άνθρωποι σκοτώνονται κάθε μέρα κι ύστερα πρέπει να μάθω στα παιδιά γραμματική,σα να μη συμβαίνει τίποτα. Κυκλοφορούμε και νιώθουμε μια αόρατη απειλή.
Το παιδί μου με ρώτησε χθες '' Μαμά , πιστεύεις ότι θα γίνει πόλεμος?'' ''Δεν μπορώ να ξέρω...'' απάντησα θολά, αλλά μέσα μου κάτι κλώτσησε...Το συζητάμε μεταξύ μας, το ψιθυρίζουμε μέσα στην ομίχλη, το ζωγραφίζουν τα παιδιά σε άσπρα χαρτιά κι όλο ψάχνουμε με αγωνία την απάντηση στο βλέμμα του άλλου. Το συζητάνε ακόμα κι οι έφηβοι. Μεταξύ τους.
Η γη όμως φτάνει για όλους. Κι η καλοσύνη το ίδιο.
Να σταματήσει επιτέλους η τιμωρία των φτωχών κι η αλαζονεία των πλούσιων. Μπορεί να γίνει ένας κόσμος καλύτερος. Με ριπές από χαμόγελο και συνεχείς εκρήξεις αγάπης.
Για να πάψουν τα περιστέρια να παίζουν μόνο σε διαφημιστικά σποτ και να τ' αφήσουμε στην ησυχία τους επιτέλους. Aρρώστησε ο κόσμος μας κι εμείς γίναμε εύθραυστοι πια, εύθραυστοι κι αναλώσιμοι.
Κι ύστερα πόσος Χατζηδάκις θα ξοδευτεί ακόμα, πόσοι Μ.L.King θα χρειαστούν και πόσοι με τ' όνομα Γκάντι. Ακόμα και το Imagine μοιάζει να παίζει από κάποιο γραμμόφωνο παλιάς εποχής, ξεκούρδιστο και μισοχαλασμένο. Kι εκεί στο ''You may say i'm a dreamer'' κάνει απότομες παύσεις.
Όποτε ακούγονται κανονικές ριπές και κάνουν τις δικές τους παύσεις, άνθρωποι που σκοτώνονται.




Γιώτα Καραγιάννη

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2016

Το τρένο που έφευγε στις 8...


"Νοέμβρης μήνας δε θα μείνει
να μη θυμάσαι στις οχτώ"
έγραφε το ’61 ο Μάνος Ελευθερίου 
ο Μίκης φανταζόταν ήχους...
κι ο πατέρας μου κάθε φορά 
το άκουγε, 
θυμόταν 
και μου έλεγε 
πως υπήρχε στ’ αλήθεια τρένο 
που έφευγε στις 8 
για Κατερίνη.
«Στο έχω ξαναπεί;» ρωτούσε για να πάρει θάρρος 
και να συνεχίσει με ιστορίες που είχαν μέσα στρατιώτες, τρένα, νύχτα, λοχαγούς ξηγημένους, χειμώνες και λοχίες στραβόξυλα της δεκαετίας του 50.

«Δε το θυμάμαι, για πες»

Γιώργος Γιώτης (2/11/2016)