Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Λούτρινο παλτό


Πρέπει να ήταν το 1957, ίσως και 1958. Ο Άγγελος ήταν 6 χρονών πάνω κάτω. Έβγαλε έναν αλλόκοτο ήχο σα γρύλισμα που πολύ θα ήθελε να ακουστεί σα γελάκι αδιάφορο. Ο παπάς συνέχισε να τον ειρωνεύεται. Τα άλλα παιδιά στο κατηχητικό συνέχισαν να γελάνε. Ποιο ήταν το λάθος του, αναρωτήθηκε. 

Είχε ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Δεν ήταν αφηρημένος, όπως συχνά του φώναζε ο δάσκαλος στο μάθημα. Ναι, βιαζόταν, γιατί είχε ξεκινήσει πιο αργά εκείνο το πρωί. Δε γλίστρησε κι ούτε που θυμόταν τελικά πως κατέληξε μέσα στη στέρνα. Δε φώναξε κι ούτε έκλαιγε μόνο έτρεχε να γυρίσει σπίτι, δε ρώτησε τη μητέρα του για στεγνά ρούχα, έτσι κι αλλιώς δεν είχε.

Τράβηξε πιο κάτω το λούτρινο παλτό, δεν κοιτούσε τα άλλα παιδιά που συνέχισαν να γελάνε μαζί του, δε δικαιολογήθηκε στον παπά που συνέχισε να τον ειρωνεύεται, δεν τον πείραζε καθόλου η ζέστη. Τέσσερις μέρες είχε κλείσει το σχολείο για καλοκαίρι κι αυτός με λούτρινο παλτό στο κατηχητικό. Ήθελε να γελάσει αλλά φοβόταν πως θα βγάλει πάλι εκείνο το γρυλισμα.

Ένα δροσερό βοριαδάκι κατέβαινε από τους λόφους κι ανακάτευε την άμμο στη θάλασσα. Ο Άγγελος επέστρεφε μόνος. Κοιτούσε τα πόδια του.

Γιώργος Γιώτης (29/8/2016)

Σάββατο 27 Αυγούστου 2016

Δυο Γιώτες και μια Ακριβή







Η μέρα ξεκίνησε μ' ένα καφέ στον κήπο του Νομισματικού Μουσείου. Μια όαση χωρίς καμήλες , μόνο με κουρασμένους Αθηναίους που μιλούσαν σιγά, σχεδόν ψιθυριστά. Η κοπέλα με το κατακκόκινο κραγιόν πηγαινοερχόταν με ευγένεια, τρεις καρέκλες θέλαμε κάτω από σκιά , οι εφημερίδες άνοιγαν σα βεντάλιες κι εμείς πιάσαμε την κουβέντα από κει που την είχαμε αφήσει την τελευταία φορά. Δυο Γιώτες και μια Ακριβή σε πλήρη ανάπτυξη, όπως τότε τριάντα δύο χρόνια πριν σ' ένα άλλο καφέ , σε μια άλλη δεκαετία και σε μια άλλη ηλικία. Κάθε φορά που βρισκόμαστε ψάχνουμε τις αλλαγές . Μια ρυτίδα εδώ , μια καινούρια λευκή τρίχα που ξεφυτρώνει με αναίδεια, ένας πόνος που ενοχλεί και μια διάγνωση κανονική στα πρώτα λεπτά που καταλήγει συνήθως σε ομοφωνία. Ύστερα μιλάμε για όλα , διαφωνούμε πολλές φορές, ο χρόνος ξετυλίγεται αδίστακτος και σηκωνόμαστε πάντα μ' ένα κενό. Μέχρι και το κραγιόν της κοπέλας έχει πια ξεβάψει , τα μαλλιά της έχουν αναστατωθεί απ' τον αέρα , ο ήλιος δείχνει καταμεσήμερο ή σούρουπο ή ανατολή πολλές φορές κι εμείς εκεί ανοίγουμε τα τετράδια της ψυχής κι απλώνουμε τα σώψυχα, τα εξώψυχα και τις παρατηρήσεις στο πλάι με το μπλε στιλό. Έπειτα μια βόλτα στο Μοναστηράκι κάπου ψηλά με θέα την Πλάκα κι ένας ελληνικός καφές στου Ψυρρή, στο καφενείο με τις λουλουδένιες καρέκλες για να καλύψουμε τη νεανική μας ανάγκη για ομαδική κοπάνα. Τέλος η γνωστή σκηνή με αγκαλιές , φιλιά και την υπόσχεση να βρεθούμε σύντομα. Χθες συνειδητοποίησα πως οι πιο πολλοί αποχαιρετισμοί γίνονται συνήθως σε σταθμούς τρένων με τον κόσμο γύρω ατάραχο να επιλέγει προορισμό. Μπήκα στο μετρό και μετά στο λεωφορείο παρέα με την ησυχία που έχουν οι ήρεμες θάλασσες και περπάτησα μέχρι το σπίτι αργά για να μην ξεθωριάσουν οι εικόνες απ' το νερό του χρόνου. Στο μυαλό μου καρφιτσωμένη η ντελικάτη, δυναμική κοπέλα με τα μακριά καστανά μαλλιά μέχρι τη μέση που με περίμενε κάποτε σ' ένα σταθμό του ηλεκτρικού για να πάω στο φιλόξενο σπίτι της κι η χαμογελαστή , ευγενική σγουρομάλλα με τα παστέλ χρώματα , τα πινέλα και τους καμβάδες που σκέφτεται ακόμα με πίνακες ζωγραφικής. Τρεις ανθρώπινες διαδρομές , μια ανεξίτηλη φιλία και μια βουβή λαχτάρα για το επόμενο σκασιαρχείο. 
Με ή χωρίς ρυτίδες στο μέτωπο.
Με ή χωρίς σταθμούς τρένων.
Μόνο με την υπόσχεση πως θα είμαστε εκεί.


Γιώτα Καραγιάννη 

Τρίτη 23 Αυγούστου 2016

Όλα τελικά θα πάρουν τον δρόμο τους...

Κλείδωσε την πόρτα και κατέβηκε ήσυχος από τις σκάλες ως το ισόγειο. Ήσυχος ήταν κι ο δρόμος. 
Ψηλά στροβιλίζονταν αραιές τούφες αφήνοντας στον αέρα μια υποψία βροχής κι ύστερα χωρίς καμιά αυτοπεποίθηση κρύβονταν πίσω από τον Υμηττό. 
Μια σειρήνα ούρλιαξε μακριά, σταμάτησαν όμως όλα τα τζιτζίκια ταυτόχρονα, δυο γείτονες που τους είχε ξανασυναντήσει και σε άλλες πρωινές βόλτες μιλούσαν δυνατά, αλλά στο μυαλό του ακουγόταν δυνατά μουσική κι όλα κυλούσαν μόνα τους, όπως στο φινάλε μιας ταινίας, που ό,τι και να γίνει, όλα τελικά θα πάρουν τον δρόμο τους. 
Περπατούσε ήσυχος. 
Τη λάτρευε αυτή την πόλη.

Γ. Γιώτης (23/8/2016)

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

Η καλημέρα ευχή...



Πράσινο απέραντο 
και στο βάθος γαλάζιο.

Η καλημέρα ευχή
και κάθε χαιρετισμός υπόσχεση.

Για να κυλάει η μέρα,
να βυθίζεται στα χαμόγελα
και να επιπλέει στην ξενοιασιά … 

Θα γυρίσω όμως!

Γιώργος Γιώτης (13/4/2014)

Το Δουκάτο του Αρχιπελάγους




Όταν ανέβηκα στα Παλάτια , φυσούσε δυνατός αέρας . Ήθελα όμως να δω την Πορτάρα , αυτή την τεράστια μαρμάρινη πύλη του ναού που άρχισε να χτίζεται  προς τιμήν του Απόλλωνα και δεν τέλειωσε ποτέ. Φιλοδοξία του τυράννου να φτιάξει ναό , ίδιο με του Ολυμπίου Διός και δική μου να σταθώ όρθια εκεί πάνω αντιμέτωπη με τα οχτώ μποφώρ. Η πύλη λένε βλέπει τη Δήλο, αιώνες τώρα, αγέρωχη και αξιοπρεπής. Κάθισα σε μια μαρμάρινη πέτρα και κοιτούσα το αφρισμένο πέλαγο.
Η τεράστια δυναμική του χώρου με πήγε πίσω στο χρόνο , τότε που ο Θησέας άφησε εκεί την Αριάδνη για να την απαγάγει ύστερα ο Διόνυσος. Ένα πλοίο παρά το απαγορευτικό , ο Σκοπελίτης η ψυχή των Κυκλάδων  ή το Alexander κατά πολλούς, έκανε κυκλωτικές κινήσεις με ακρίβεια για να πλησιάσει μια πορτοκαλιά σωστική λέμβο που ξέμεινε ακυβέρνητη, ευτυχώς χωρίς  ανθρώπους. Το καράβι χόρευε δικό του χορό μες στα κύματα κι όταν ήρθε η ώρα να φύγω , σα να είχε μεγαλώσει το τοπίο ξαφνικά, ένα ιστιοφόρο έγερνε στο πλάι αγκομαχώντας , ο ήλιος έπαιρνε τη ρότα του για δύση κι όσο για μένα αν δεν υπήρχε ισχυρός λόγος να φύγω από κει , ακόμα εκεί θα 'μουνα.
Ήθελα βλέπεις να δω και το κάστρο του Μάρκου Σανούδου, να δω το βενετσιάνικο πήχυ που μετρούσαν τα υφάσματα που έφερναν στις αρχόντισσες οι πραματευτάδες της εποχής. Την Τρανή Πόρτα , το Παραπόρτι και το Πίσω Παραπόρτι αλλά και τ' αρχοντικά με τα οικόσημα στα υπέρθυρα. Ένα κάστρο ζωντανό που με μάγεψε με μια ξεχωριστή μουσική βραδιά, με λικέρ από άρωμα κίτρου και με μια θάλασσα που απλωνόταν υποτελής στα πόδια του.
Ήθελα να δω και τον Κούρο στον Απόλλωνα , το μισοτελειωμένο άγαλμα έντεκα μέτρων που μένει ξαπλωμένο στη θέση του , σα να κοιμάται ύπνο μαρμάρινο με  αέρα και βροχή , χιλιάδες χρόνια.
Είδα και τη Μουτσούνα , το Καλαντό , την Αγιασσό , την Αγία Άννα , το Αλυκό και το Αμπράμι.
Κάθε μέρα ήταν διαφορετική μα νομίζω  πως ακόμα δεν έχω δει τίποτα, όπως εκείνη την εκκλησιά που θεωρείται απ' τις πρώτες που χτίστηκαν στον ευρωπαικό χώρο, τον πύργο της Αγιάς και το αρχαιολογικό μουσείο που κάποτε ήταν Εμπορική Σχολή και φοίτησε εκεί για ένα χρόνο ο Καζαντζάκης. Δεν προλάβαινα να τα δω όλα , η Αικατερίνη με περίμενε στο λιμάνι με ανοιχτό στόμα την περίμενε και πολύς κόσμος άλλωστε στη Μύκονο και στην Τήνο και στο τέλος του ταξιδιού η  Ραφήνα. ''Θα ξανάρθω οπωσδήποτε! '' σκέφτηκα για να ελευθερώσω λίγο το χέρι μου. 
Πρώτη φορά ένας τόπος με κρατάει σφιχτά  απ' το χέρι και δε μ' αφήνει να φύγω. 
Στο Δουκάτο του Αρχιπελάγους .
Τη Νάξο.


Γιώτα Καραγιάννη 


Σάββατο 6 Αυγούστου 2016

Από Άλφα





''Κατά τις 9 θα είμαστε εκεί ! ''  είπα κι έκλεισα το τηλέφωνο χαμογελώντας.
Η απόσταση μικρή , οι δρόμοι παράξενοι άρχιζαν από ''Α'' οι περισσότεροι ,
τα μαγαζιά γεμάτα ,καλά δεν έφυγε ο κόσμος σκέφτηκα και μέχρι ν' απαντήσω είχαμε φτάσει. 
Καθίστε εδώ μας παρακίνησε ο σερβιτόρος , δύο είμαστε , δε βαριέσαι, ξανασκέφτηκα. Ο ώμος μου παραλίγο ν' ακουμπήσει τον ώμο της διπλανής κυρίας που ετοιμαζόταν να φύγει με την παρέα της. Αυτοί ήταν πολλοί. Ήμουν λίγο σα να μπήκα σε νάρθηκα κι ευτυχώς στο διπλανό τραπέζι δεν είχε έρθει ακόμα ο Ρεζερβέ. Η τέντα μ' έκανε ν΄απορήσω με την παρουσία της όση ώρα απολάμβανα το όμορφο φαγητό , προσέχοντας μην καρφωθεί το πηρούνι μου πάνω στην μπλούζα της κυρίας που έφευγε με ήπιες, χορευτικές κινήσεις.
Το πεζοδρόμιο μας φιλοξένησε άψογα , τέσσερα τραπέζια πιο κάτω μια τούρτα έκλεβε την παράσταση και τα κεριά φώτισαν την ψυχή μας αλλά και τα συστατικά της μελιτζανοσαλάτας.
Στον αριστερό μου ώμο τώρα , καθόταν μια κυρία με γαλάζιο μάξι φόρεμα που εξερευνούσε τον κατάλογο με μια μποέμικη διάθεση και στα δεξιά μου μια παρέα Γάλλων με προκαλούσε να θυμηθώ τα γαλλικά που είχα μάθει στο σχολείο.
Μια μηχανή σταμάτησε να κατέβει μια κοκκινομάλλα κοπέλα μ' ένα σωμόν εξώπλατο και χαμόγελο διαφήμισης, το μάξι φόρεμα δεν είχε όρεξη για κουβέντα κι οι Γάλλοι αντίθετα κελάρυζαν σαν το Σηκουάνα. Αφού νόμιζα πως σε λίγο θα εμφανιστεί κι ο Ντεπαρντιέ.
Φύγαμε ευδιάθετοι , σα να σηκωθήκαμε από τραπέζι με φίλους, σα να μοιραστήκαμε τη μελιτζανοσαλάτα με την άλλη άκρη του πεζοδρομίου και τη ρακή που ήρθε πρώτη πρώτη ως guest star , με άγνωστους ανθρώπους που απλά γελούσαν και συζητούσαν.
Τι όμορφο , σκέφτηκα. Από '' Α'' αρχίζουν κι αυτά. Όπως κι η Αγάπη.

Ένα Απίστευτο Αντάμωμα Ανθρώπων με τη γλυκιά συναίνεση του Αυγούστου.
Κάπου στο Παγκράτι ή και Αλλού.
Απόψε.




Γιώτα Καραγιάννη 

Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

Το νησί των Φαιάκων




Είναι μερικοί άνθρωποι που έχουν έτοιμη τη λύση στη μέσα τσέπη του σακακιού τους και στην πετάνε κατάμουτρα με τέτοια σιγουριά σα να κόβουν τιμολόγιο.
Κι ενώ εσύ κολυμπάς στ' ανοιχτά ψάχνοντας για ένα ίχνος στεριάς , ας είναι και βραχονησίδα , εκείνοι σε ρωτούν τα στοιχεία ταυτότητας με ανακριτικό ύφος.
Κάποιοι άλλοι βγάζουν άριες για τις ομορφιές της στεριάς , καθώς δεν έχουν κολυμπήσει ποτέ και μοιράζουν ελαττωματικά σωσίβια σε τιμή προσφοράς.
Είναι και κάποιοι που σωπαίνουν μ' εκείνη τη σιωπή που '' γνωρίζει '' μα δεν επαίρεται ούτε κομπάζει. Σχηματίζουν με το σώμα τους ένα φυσικό φάρο , στέλνουν μηνύματα αγάπης σε γυάλινα μπουκάλια και στέκουν όρθιοι μερόνυχτα ολόκληρα , μέχρι να σε ξεβράσει κοντά τους το κύμα . Θα τους δεις στην άκρη του ορίζοντα κι ας μοιάζουν με οφθαλμαπάτη.  Είναι πάντα εκεί. Συνήθως έχουν έτοιμη την κουβερτούλα για να διώξουν το κρύο , δεν κάνουν ερωτήσεις σχεδόν ποτέ , δεν έχουν manual για το κολύμπι στα βαθιά και ξέρουν τι θα πει προσμονή , ακόμα κι όταν η ζωή σε πετάει μ' ένα της γύρισμα στα βαθιά , πριν προλάβεις να πάρεις ανάσα. 
Αυτούς τους ανθρώπους άμα τους βρεις , μη φοβηθείς ποτέ  κανένα ταξίδι , καμιά τρικυμία ούτε καταιγίδα, αφού θα είναι για πάντα το δικό σου φιλόξενο νησί των Φαιάκων. 
Σιωπηλά και ταπεινά.
Όπως ξέρουν να κάνουν  οι φίλοι.




Γιώτα Καραγιάννη