Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Νύχτα και ομίχλη



Το πιο δύσκολο ήταν να κοιτάς, αλλά όχι… είχε συνηθίσει να προσπερνά την αθλιότητα, μόνο εστίαζε στο κενό.
Δεν άντεχε τα πτώματα που είχαν στοιβαχτεί έξω από τους λάκκους, αλλά δεν τα έβλεπε. Μόνο την πρώτη φορά τα είδε, άρχισε να σκέφτεται κι αυτό από μόνο του τράβηξε όλη τη δύναμη που είχε μείνει στα χέρια.  Τον έκανε ορατό στους δεσμοφύλακες.
«Νύχτα και ομίχλη». Έτσι τους έλεγαν τους κρατούμενους σαν αυτόν. Η επιχείρηση ξεκίνησε τον Δεκέμβριο του 1941 με διαταγή του Χίτλερ. Με το κεφάλι έτοιμο να εκραγεί φυγαδεύτηκε νύχτα από τα κρατητήρια για άγνωστο προορισμό. Τους είπαν πως προορισμός τους ήταν η Γερμανία. Μια κομψή λέξη, για να μην πεις «θάνατος». Του ήταν αδιάφορο. Ίσως αυτό το τέλος να ήταν η λύτρωση.
Το σχέδιο του Χίτλερ; Όλοι οι κρατούμενοι «Νύχτα και ομίχλη» να εξαφανιστούν και να μην μπορεί να τους βρει κανείς. Ούτε δίκες ούτε εκτελεστικό απόσπασμα ούτε χαρτιά… απλά να χαθούν μια νύχτα στην ομίχλη.
Σκέψεις και συναισθήματα πετούσαν γύρω τους μέσα στο βαγόνι που τους μετέφερε από το άγνωστο κρατητήριο στο άγνωστο στρατόπεδο.
Το πιο δύσκολο ήταν να ακούς τους άλλους κρατούμενους να σωριάζονται στο έδαφος και η τελευταία διαμαρτυρία τους μια πνιχτή προσπάθεια να ανασάνουν, αλλά όχι… είχε συνηθίσει να απομονώνει τη φρίκη, μόνο ησυχία υπήρχε.
Το σχέδιο στα γερμανικά είχε δύο αρχικά Νι «Nacht und Nebel» και στο στρατόπεδο οι κρατούμενοι κουβαλούσαν στην πλάτη ένα κόκκινο Νι, για να ξεχωρίζουν από τους ποινικούς με τα πράσινα σύμβολα, αλλά αυτοί θύμιζαν τον Χριστό όπως κουβαλούσε τον σταυρό του.
Το πιο δύσκολο από όλα ήταν να σκέφτεσαι και να αισθάνεσαι, επειδή σκέψεις και συναισθήματα, τα είχε αφαιρέσει όλα ο πόλεμος.
Γιώργος Γιώτης, 29/9/2018

Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018

Σταθμός



'Ετοιμάζουμε κάτι πολύ ωραίο και θέλουμε να συμμετέχεις!’ είπε η φωνή στο τηλέφωνο κι έμεινα ν' ακούω σαν χαμένη. Ιούλιος ήτανε, στην αρχή του κι η φωνή του Νίκου του συναδέλφου μου, δάσκαλου του χορού και γυμναστή δεν άφηνε κανένα περιθώριο για αντιρρήσεις. ‘Ελπίζω να μπορώ!’ είπα μόνο κι έτσι άρχισαν όλα. Κοινές συναντήσεις με τη γυναίκα του την Αρετή κι ύστερα με τον Αλέξανδρο τον σκηνοθέτη. Βραδιές ξεχωριστές στο φιλόξενο σπίτι τους με τις απίστευτες μαγειρικές της Αρετής, με άρωμα από τις παιδικές της μνήμες, με το τζιτζίκι να διακόπτει απότομα τις σκέψεις μας στη βεράντα και τη δροσιά από παγωτίνια του καλοκαιριού. Μας έβρισκε το χάραμα, φεύγαμε κουρασμένοι αλλά γεμάτοι ενέργεια, σαν έτοιμοι από καιρό να συνεχίσουμε ως το άλλο πρωί. Κάθε φορά γύριζα σπίτι μαγεμένη από τα όνειρά τους, τα έβλεπα εμπρός μου να αποκτούν ένα οικείο σχήμα και δομή και να φωτίζονται από χρώματα μιας ανεξίτηλης ζωής. Σαν τα παλιά κεντίδια από αργαλειό. Στο δρόμο για το σπίτι έψαχνα πάντα να βρω το λόγο που είμαι χαρούμενη για την παράσταση ‘Σταθμός’. Μέχρι τη στιγμή που κατάλαβα πως όταν οι άνθρωποι σε καλούν να πας ταξίδι μαζί τους, πάντα χαίρεσαι. Κι όταν αυτό το ταξίδι το κάνεις με την ψυχή, η χαρά είναι διπλή. Γιατί στην εποχή που ζούμε, θέλουν μερικοί να πιστέψουμε πως όλοι οι δρόμοι είναι κλειστοί. Δεν είναι αλήθεια. Ο Νίκος, η Αρετή, ο Αλέξανδρος και κάμποσοι άλλοι άνθρωποι που ξέρω, έχουν το εισιτήριο για τη μεγάλη διαδρομή. Για τόπους που ζουν μέσα μας, φιλόξενοι κι αληθινοί. Για την κοινή μας μνήμη. Και για τα βράδια που όταν γίνονται ανάμνηση συλλογική, ξέρουν να μας κρατάνε στα δύσκολα.



Γιώτα Καραγιάννη
22/9/2018

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2018

Συμπτώσεις και τυχαία συμβάντα;


Κάποιοι λένε πως τα γεγονότα είναι κρίκοι από μια αλυσίδα και το ένα φέρνει το άλλο.
17 Σεπτεμβρίου 1920 (με το παλιό ημερολόγιο)
Ο βασιλιάς Αλέξανδρος έβγαινε από το θερινό του ανάκτορο και έκανε την πρωινή βολτίτσα του στο δάσος του Τατοΐου. Όχι ο αρχαίος Αλέξανδρος, που ρωτούσαν οι ναυτικοί τη γοργόνα «ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος», όχι αυτός, ο άλλος, ο νεώτερος. Γιος του Κωνσταντίνου κι εγγονός του Γεωργίου.
Ο σκύλος του βασιλιά, ένας Γερμανικός ποιμενικός που άκουγε στο όνομα Φριτζ καυγάδιζε με έναν από τους δύο πιθήκους – κατοικίδια του Γερμανού γεωπόνου του βασιλικού κτήματος, όταν ο Αλέξανδρος μπήκε στη μέση να τους χωρίσει.
«Επιπόλαιο το τραύμα», είπε ο Κωνσταντίνος Μέρμηγκας, μεγάλος και τρανός Καθηγητής της χειρουργικής εκείνη την εποχή.
«Μήπως θα πρέπει να το καυτηριάσετε, γιατρέ μου;» ρώτησε ανήσυχη η Ασπασία Μάνου, που δεν άντεχε να βλέπει τον βασιλέα σύζυγό της να υποφέρει.
«Μα τι λέτε; Έπλυνα τα τραύματα με οινόπνευμα και βενζίνη, συμμάζεψα τις πολτοποιημένες μάζες με γάζες εμποτισμένες στο ιώδιο και το μόνο που έχουμε πλέον να κάνουμε είναι να περιμένουμε. Ξέρετε, ο Θεός είναι μεγάλος».
«Τι εννοείτε, γιατρέ μου;» πετάχτηκε έντρομη η Ασπασία και προσπάθησε να μην καταλάβει τίποτα ο γαλαζοαίματος σύντροφός της.
«Συγγνώμη… θέλω να πω… δε χρειάζεται καυτηριασμός. Όλα θα πάνε καλά. Μην ανησυχείτε».
Οι πληγές όμως μολύνθηκαν, ο βασιλιάς ανέβασε πυρετό και στα ανάκτορα έκαναν ιατρικό συμβούλιο με επτά από τους πιο σημαντικούς γιατρούς της εποχής. Πάει ο Μέρμηγκας, τον έδιωξαν κακήν κακώς. Ανακαλύπτεται το βακτήριο του στρεπτόκοκκου στις βασιλικές πληγές, κάποιος γιατρός προτείνει ως έσχατη λύση τον ακρωτηριασμό, αλλά είναι πια αργά…
12 Οκτωβρίου 1920 (με το παλιό ημερολόγιο πάλι)
Μετά από εφτά εγχειρίσεις ένας βασιλιάς που διακρινόταν για τον ατίθασο χαρακτήρα του, τις επιτυχίες στις γυναίκες και την αγάπη του για τα γρήγορα αυτοκίνητα φεύγει από τη ζωή.
Κάποιοι λένε πως τα γεγονότα είναι κρίκοι από μια αλυσίδα και το ένα φέρνει το άλλο. Αν σπάσει ένας κρίκος, όλα αλλάζουν.
Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος ως Ηνωμένη Αντιπολίτευση θα σταθεί απέναντι στο Κόμμα των Φιλελευθέρων και εκμεταλλευόμενος το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα (49,36% έναντι 50,36%) θα κατακτήσει τις υπερδιπλάσιες έδρες (260 έναντι 110) Η απώλεια δεν είναι απλώς μία ήττα ενός πολιτικού κόμματος και τα γεγονότα των επόμενων ετών το απέδειξαν με τον πιο τραγικό τρόπο.
 Όταν ένας μεγάλος ιστορικός του προηγούμενου αιώνα έλεγε πως η ιστορία είναι μια «συρροή συμπτώσεων και τυχαίων συμβάντων», διάλεξε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα τον θάνατο του Αλέξανδρου. Το ότι ο βασιλιάς της Ελλάδας πέθανε το φθινόπωρο του 1920 από το δάγκωμα μιας μαϊμούς είχε, κατά τον Έντουαρντ Καρ, τόσες συνέπειες για τη χώρα του, ώστε ο Ούινστον Τσώρτσιλ πολύ αργότερα παρατηρούσε πως «διακόσιες πενήντα χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν από αυτό το δάγκωμα».
Όλα έχουν την αιτία τους ή μήπως το παρελθόν είναι μια θάλασσα από τυχαία συμβάντα; Η αλήθεια ίσως να βρίσκεται στα σύνορα των δύο απόψεων. Το σίγουρο είναι πως καμιά από τις δύο απόψεις δεν είναι αθώα.
Η λέξη «αναπόφευκτο» δε χωράει στο λεξιλόγιο ενός ιστορικού. Μπορεί η ζωή να γίνει πιο βαρετή, μουντή, συννεφιασμένη και πολύ συνηθισμένη. Δεν πειράζει. Τέτοιες λέξεις μια χαρά ταιριάζουν μόνο σε ποιήματα.

 Υ.Γ. Για όσους λατρεύουν τις προσθέσεις και τις αφαιρέσεις. To 1923 η Ελλάδα υιοθέτησε το Γρηγοριανό Ημερολόγιο και η διαφορά μεταξύ των δύο ημερολογίων μετά το 1900 ήταν 13 ημέρες.

 Γιώργος Γιώτης, 17/9/2018.

Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2018

Φθινόπωρο το πρώτο


Πρώτο φθινόπωρο που έχω χρόνο. Τέλειωσαν εκείνα τ' ατέλειωτα τριήμερα με τα κεφάλαια ιστορίας που θέλουν να πουν και την τελεία απέξω, τέλειωσε εκείνη η αγωνία της προετοιμασίας για τη μάχη των εξετάσεων. 'Έφαγες παιδάκι μου?' 'Πέσε κοιμήσου, είναι αργά'. Τέλειωσαν εκείνα τα 'άσε με' και τα 'ξύπνα με νωρίς αύριο, έχω μάθημα'. Κι εκείνη η προσπάθεια να τρέχουμε κατοστάρι πίσω απ' το πρόγραμμα που ζητούσε δείκτες ρολογιού, ρυθμούς πειθαρχίας κι ασκήσεις ετοιμότητας. Μες στο κρύο. Ξαφνικά όλα άλλαξαν. Σαν να γράφαμε από καιρό ένα ποίημα για το φθινόπωρο και τέλειωσε με άνοιξη. Με τις ρυτίδες να χαμογελάνε στο μέτωπο και το φως ν' απλώνεται γύρω, χωρίς σκιά. Με την καταλυτική δύναμη της κουβέντας 'Άντε παιδάκι μου να δώσεις, να κάνουμε και τίποτ' άλλο σ' αυτή τη ζωή!' και με τη ζωγραφιά του δικού της χαμόγελου στην πόρτα, τη μέρα που βγήκαν τ' αποτελέσματα. Δυο χρόνια ονειρευόμουν αυτή τη ζωγραφιά. Για κείνη. Για να 'χει την ευκαιρία να βρεθεί με άλλους ανθρώπους. Να δοκιμάσει και να δοκιμαστεί. Να βρει τον δικό της τρόπο. Να συνυπάρχουν τα όνειρα με την πραγματική ζωή. Και να μπορώ με τη σειρά μου να σχεδιάζω καλοκαίρια. Στο χαρτί. Κι όλα αυτά που πέρασαν στο χθες, όποτε αρχίζουν να μου λείπουν, να γίνονται ένα χαμόγελο ζωγραφιστό. Στην πόρτα. Επειδή τώρα έχω το χρόνο. Ας μπήκε κιόλας φθινόπωρο. Το πρώτο.



Γιώτα Καραγιάννη
3/9/2018