Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2018

ΠΑΡ(ΑΚΜΗ)





Η αλήθεια είναι ότι ξενερώνω πολύ με την παρακμή. Αυτή που γυρνάει την πλάτη σε όποιον έχει ανάγκη. Που στολίζεται και παρφουμαρίζεται κι ύστερα βγαίνει σινάμενη κουνάμενη να διδάξει ήθος στην πλατεία. Με τα μπικουτί στο κεφάλι και τις πέρλες ναφθαλίνης στο λαιμό. Που σκάβει λάκκους κι ύστερα ατάραχη πλένει τα χέρια της απ' το χώμα. Που μιλάει συνέχεια με την κτητική αντωνυμία ''μου''. Που για να λάμψει η ίδια πρέπει να ρίξει λάσπη σε άλλους. Που τραγουδάει συνέχεια το ''Ήταν ένα μικρό καράβι'' και γελάει σαρκαστικά με το στίχο ''να δούμε ποιος, ποιος θα φαγωθεί''. Που διαβάζει αχόρταγα πρωί βράδυ το εγχειρίδιο του καλού ατομιστή. Μόνη της σε μια ανθρώπινη λεωφόρο. Που λέει ψέματα ότι το διαβάζει και σου αραδιάζει απέξω παραγράφους σπουδαίων βιβλίων. Για το ξεκάρφωμα. Που τεντώνει το στόμα της για να 'ρθει στη θέση του χαμόγελου. Που δεν κάνει πιο κει μισό εκατοστό, για να χωρέσεις κι εσύ. Που θέλει όλο το χώρο δικό της. Που σβήνει με μπλάνκο το 'παρ' για να μοστράρεται ως ακμή. Σκέτη. Κι ύστερα ανάβει τα φώτα πορείας σαν τα τεράστια δόντια ενός γίγαντα που κέρδισε τη μάχη μ' ένα μικρό νάνο. Στο δάσος. Εκεί που πήγαμε όλοι με το μικρό καράβι, όταν τελειώσαν όλες οι τροφές. Για να φαγωθούμε μεταξύ μας.Με τα μπλάνκο στα χέρια. Και με την απορία του ηλίθιου στο βλέμμα ''Ο δρόμος αυτός για πού πάει, βρε παιδιά?''


21/9/2017
Γιώτα Καραγιάννη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου