Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

Χειμώνες



Ο δρόμος ήταν μελαγχολικός. Ένας αέρας δυνατός τίναζε το πάπλωμα απ' τα ξερά φύλλα του χειμώνα. Περαστικοί με σκυμμένο κεφάλι μπαινόβγαιναν σε μαγαζιά της γειτονιάς. Ένα καπέλο πέταξε δίπλα μου κι ο γκριζομάλλης κύριος άπλωσε τα χέρια του για να το πιάσει. Βγήκε από μέσα του ένα 'αχ' που πήρε αμέσως, σε δευτερόλεπτα, σχήμα και μορφή.
''Ετσι όπως μας κάνανε κυρία μου, τι να περιμένει κανείς!'
'Το λεωφορείο;' ήθελα να πω, μα για ένα περίεργο λόγο δεν μίλησα. 'Μακάρι να ήταν στα πράγματα ο Παπαδόπουλος!Να δεις πού θα κρύβονταν όλοι αυτοί!' συνέχισε με κοφτερή φωνή.Το 'αυτοί' ξαφνικά έγινε μια αντωνυμία τόσο απρόσωπη, σαν το καπέλο που σκέπαζε τη μορφή του αγανακτισμένου.'Μετά λέμε για τον Χίτλερ!Ότι δεν ήταν καλός άνθρωπος!Μια χαρά ήταν ο Χίτλερ!' είπε, ενώ τα μάτια του έβγαζαν μικρές, ατίθασες σπιθούλες. Κοίταξα πιο προσεκτικά. Έψαχνα για ανθρώπινη μορφή. Κάτω απ' το γκρι καπέλο. Το παραλήρημα όμως είχε αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά. Και μουντζούρωνε και την ψυχή μου. Γιατί τ' ακούω αυτά όλο και πιο συχνά. Παντού. Έμεινα σαν ένα κομμάτι μάρμαρο να κοιτάζω τα φύλλα, τους περαστικούς και τα άδεια μαγαζιά. Όλα ήταν γνώριμα. Τα είχα ξαναδεί, τα είχα ζήσει. Εκτός απ' τον μονόλογο του παραλόγου. Ήρθαν στο νου μου στρατόπεδα και φυλακές. Χωρίς φύλλα. Μόνο με ανθρώπους που τινάζονταν στο άπειρο. Σαν τόξα. Χωρίς καπέλα. Ούτε μιλιά. Μόνο με την ελπίδα πως ο άνθρωπος θα σπάσει το συρματόπλεγμα του μυαλού του μια μέρα και θα καταλάβει πως οι χειμώνες δεν βρίσκονται πάνω στα δέντρα πια.


Γιώτα Καραγιάννη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου