Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

Ωτοστόπ




Το κόκκινο αυτοκίνητο σταμάτησε ξαφνικά μπροστά μας. 
Μια ηλικιωμένη γυναίκα έσκυψε στο παράθυρο του συνοδηγού κι έλεγε κάτι λόγια.
Τα παράθυρα ήταν κλειστά , το σώμα της γυναίκας είχε γείρει παρακλητικά και το μόνο που μπόρεσα να διακρίνω ήταν οι κουβέντες ''Σας παρακαλώ , μ' αφήνετε κι εμένα λίγο πιο πέρα? ''...
Ο οδηγός το σκέφτηκε για μερικά λεπτά κι όταν αποφάσισε να μη δεχτεί, ξεκινώντας την πορεία του με μεγάλη ταχύτητα, ήρθε η ηλικιωμένη στο δικό μας παράθυρο κουνώντας τα χέρια.
Άνοιξα το παράθυρο, φορούσε ένα μαντίλι, χοντρά μυωπικά γυαλιά κι ένα καφέ παλτό.
'' Σας παρακαλώ, θέλω να πάω εδώ λίγο πιο πάνω που μένει μια φίλη μου, είμαι μόνη μου και δεν μπορώ να πάω με τα πόδια!...'' είπε και με το νεύμα κατάλαβε ότι μπορούσε να επιβιβαστεί στο πίσω κάθισμα. '' Αχ, σας ευχαριστώ πολύ, χίλιες ευχές να 'χετε! '' είπε κι έκοψε αμέσως τον ειρμό της σκέψης μου που σχημάτιζε σπείρες, εγκληματικές φυσιογνωμίες γιαγιάδων, παγίδες στημένες από αγνώστους και αστυνομικό ρεπορτάζ φρεσκότατο μ' εμάς μέσα!...
Ομιλητικότατη , χαρούμενη και προσφιλής διέλυσε την πάχνη της μεγαλούπολης μαζί με τους φόβους και τη φαντασία μου- τα δύο φ νικήθηκαν ολοσχερώς - να, εδώ στην ανηφόρα μ' αφήνετε, με περιμένουν είπε, να μην κάνω μόνη μου Πρωτοχρονιά, αχ, άσχημο πράγμα να είσαι μόνος και κατέβηκε με το Καλή Χρονιά στις τσέπες του παλτού της. Κι όταν τη ρώτησα για το ρίσκο που παίρνει, αν φοβάται να μπει σε ξένα αυτοκίνητα μου απάντησε '' Σε είδα και είπα μέσα μου , αυτή είναι δικιά μου!...''
Κάναμε στροφή και φύγαμε χαμογελώντας, ακόμα δεν ξέρω τι ήθελε να πει, ντράπηκα για τις προηγούμενες σκέψεις μου κι αυτή η πόλη έγινε ξαφνικά τόσο μικρή.
Υπήρχε μόνο η γιαγιά και η δική της ανηφόρα.
Όσο για μένα με είχε παρασύρει όλη μέρα μια ανεξήγητη χαρά κι είχα αποφασίσει να παρασύρω κι άλλους μαζί μου.
Σαν ένα θαρραλέο ωτοστόπ σε άγνωστους ανθρώπους αυτής της πόλης.


Γιώτα   Καραγιάννη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου